Ο αείμνηστος Γιαννοπλάτης γεννήθηκε στους Μελιγγούς του νομού Ιωαννίνων την δεύτερη δεκαετία του 19ου αιώνα. Σχετική έρευνα που έγινε στα παλιά μητρώα αρρένων της τέως κοινότητας Μελιγγών δεν απέδωσε καρπούς και αυτό γιατί το μητρώο αρχίζει από το 1862.
Αρκετά νέος, ακολούθησε το δρόμο, που είχαν χαράξει οι Αφοί Πέτρου και το ρεύμα της εποχής, εγκαταλείποντας τη μιζέρια του φτωχού χωριού του και αποδήμησε στη Ρουμανία, όπου χάρη στα προνόμια, που είχαν δοθεί στους πάροικους μετανάστες, οι οποίοι προέρχονταν από τον υπόδουλο ελληνικό χώρο, ιδιαίτερα μετά από τις συνθήκες του Κάρλοβιτς (1694) και του Πασσάροβιτς (1718), κατόρθωσε, με την εργασία του, να αποκτήσει μεγάλη κτηματική περιουσία. Ιδιαίτερα οι πάροικοι της Μολδοβλαχίας, στους οποίους συγκαταλέγονταν ο Γιαννοπλάτης, ασχολούνταν τόσο με την εξυπηρέτηση της ναυσιπλοΐας στο Δούναβη και τη Μαύρη Θάλασσα όσο και με τη διακίνηση των σιτηρών, που ήταν ένας τομέας ο οποίος βασικά εξυπηρετούσε την ελληνική εμπορική ναυτιλία.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, οι πάροικοι Έλληνες, βρήκαν γρήγορα τα αγαθά της μοίρας τους, γιατί ήταν σε θέση πλεονεκτική από το ντόπιο στοιχείο, χάρη στα προνόμια και την προστασία των τότε μεγάλων δυνάμεων, οι οποίες είχαν κατορθώσει να εκτοπίσουν τη Βενετσιάνικη κυριαρχία, από πολλά εμπορικά κέντρα της Ανατολής.
Ανύπαντρος και λίγα χρόνια προτού από το θάνατο του ο Γιαννοπλάτης εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα, όπου στα 1890 υπαγόρευσε τη διαθήκη του, στον τότε διδάκτορα της νομικής Δημήτριο Οικονόμου, διαθέτοντας όλη του την περιουσία στο χωριό Μελιγγούς για φιλανθρωπικά έργα. Ειδικότερα ο αείμνηστος ευεργέτης, διέταζε τους εκτελεστές της διαθήκης να πραγματοποιήσουν τις θελήσεις του.
Τα κεφάλαια του κληροδοτήματος είχαν κατατεθεί στην Εθνική Τράπεζα και αυτό δεν έγινε τυχαία, γιατί απλούστατα αυτή η τράπεζα ήταν η τότε ανερχόμενη οικονομική δύναμη, η οποία συγκέντρωνε το 61% όλων των τραπεζικών καταθέσεων και οι κύριοι μέτοχοι της ήταν οι πάροικοι Έλληνες της Αιγύπτου και της Βλαχίας.
Τέσσερα χρόνια μετά τη σύνταξη της διαθήκης του, τον Μάρτη του 1894, ο ευεργέτης Γιαννοπλάτης απεβίωσε στην Κέρκυρα και η εφημερίδα “Φωνή της Ηπείρου” ανακοίνωνε στο αναγνωστικό της κοινό το θάνατο του και εύστοχα παρατηρούσε ότι το ποσό του κεφαλαίου, το οποίο «συνίστατο εις μετοχάς της εν Αθήναις Εθνικής Τραπέζης» , εξανεμίστηκε τόσο από τη μετατροπή των μετοχών σε ομολογίες του αναγκαστικού δανείου, όσο και από τον υποχρεωτικό φόρο υπέρ των σχολείων.
Σύμφωνα με το πνεύμα της διαθήκης Γιαννοπλάτη, η διοίκηση του κληροδοτήματος θα έπρεπε να ανατεθεί στην εκλεγμένη για επτά χρόνια επιτροπή. Υλοποιώντας αυτό τον όρο, η κοινότητα Μελιγγών, συνήλθε στις 20 Ιουνίου 1895 δηλαδή ένα μόλις χρόνο από το θάνατο του, και εξέλεξε την πρώτη επιτροπή του κληροδοτήματος, που την αποτέλεσαν ο εφημέριος Χριστόδουλος Κοντοδήμος, ο Κωστούλας Δήμος και ο Γεώργιος Βασίλης (Γιαννάκης). Σ’ αυτή την επιτροπή δόθηκε η εξουσία «όπως υπό την προεδρείαν της ΑΣ. του Μητροπολίτου Ιωαννίνων ενεργήσωσι, κατά την διαθήκην εισπράττοντες τους ετησίους τόκους των κληροδοτημάτων».
Η πρώτη επιτροπή του κληροδοτήματος καταργήθηκε στις αργές Ιουλίου 1898 και η κοινότητα των Μελιγγών, στις 4 Ιουλίου της ίδιας χρονιάς εξέλεξε νέα, που την αποτέλεσαν ο Ιωάννης Βραζέλης και ο Γεώργιος Κασαγιάννης.
* Πηγή από το βιβλίο του Παν. Δημ. Τζιόβα Οι Μελιγγοί Ιωαννίνων.
